Κατά τη διάρκεια της πλειστοκαίνου περιόδου, ο Homo Erectus (όρθιος άνθρωπος), ωθούμενος πιθανώς από κλιματολογικές συνθήκες, επεκτάθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο. Για ένα εκατομμύριο χρόνια ελάμβανε χώρα μία σταθερή ανάπτυξη του εγκεφάλου του που φανέρωνε την αυξανόμενη ευφυία του όρθιου ανθρώπου. Αλλά κάπου ανάμεσα στα 400.000 και 200.000 χρόνια πριν, σημειώθηκε μια μεγάλη αύξηση του μεγέθους του εγκεφάλου, που συνοδευόταν από λέπτυνση των κρανιακών οστών των προγόνων μας. Είχαν μεταβληθεί σε Homo Sapiens (Άνθρωπος ο Έμφρων). Δηλαδή σε σχεδόν σύγχρονα ανθρώπινα πλάσματα κατά πάντα, εκτός από μικρές ανατομικές διαφορές. Λίγο αργότερα η γενεαλογία Sapiens διαιρέθηκε σε δύο είδη. Μέχρι πριν 40.000 χρόνια, περίπου, υπήρχαν και τα δύο.
Το ένα ήταν πιο μεγαλόσωμο και ζούσε στη Δυτική Ευρώπη, στην Εγγύς Ανατολή και την Κεντρική Ασία. Αναπτύχθηκε μέχρι τα μέσα της τελευταίας εποχής των παγετώνων και μετά εξαφανίστηκε από το ημερολόγιο των απολιθωμάτων. Είναι γνωστός ως Χόμο Σάπιενς Νεαντερτάλις ή ως ο «άνθρωπος του Νεάντερταλ». Το άλλο ήταν κοντινός του συγγενής, ο «Homo Sapiens Sapiens», δηλαδή εμείς.
Πιθανώς λοιπόν υπάρχουν δύο κύματα Homo Sapiens, πρώτα οι Νεαντερτάλειοι και κατόπιν εμείς. Μπορεί να μη μάθουμε ποτέ λεπτομέρειες για το πως εμφανίστηκε στο προσκήνιο ο Χόμο Σάπιενς Σάπιενς, γνωρίζουμε όμως τι συνέβη μετά. Οι Νεαντερτάλειοι εξαφανίστηκαν πριν από περίπου 40.000 χρόνια από την Εγγύς Ανατολή και πριν από 35.000 από την Ευρώπη.
Είναι γνωστό λοιπόν ότι ο άνθρωπος του Νεάντερταλ αποτελεί (πιθανώς) κοντινό μας πρόγονο. Δεν είναι πολύ γνωστό όμως ότι η σύνθετη λέξη Νεάντερταλ είναι ελληνική.
Στις αρχές του 17ου αιώνα, στο Dusseldorf της Γερμανίας, έζησε και έδρασε ένας καλός πάστορας μεγάλης μορφώσεως, με ελληνική παιδεία και συνθέτης εκκλησιαστικών ύμνων. Ονομαζόταν Ιωακείμ Νόυμαν. «Νόυ Μαν» στα Γερμανικά, σημαίνει «Νέος Άνδρας». Ο πάστορας όμως, θέλοντας να μετατρέψει το όνομά του στα ελληνικά επέμενε να τον λένε «Νέο Άνδρα» = «Νεάντερ» - «Neander» αντί «Νόυμαν» (J. Neander).
Μετά τον θάνατό του, οι πιστοί, επειδή τους ήταν ιδιαιτέρως αγαπητός, έδωσαν το όνομά του σε μια μικρή γειτονική κοιλάδα. Η κοιλάδα λέγεται στα γερμανικά «ταλ». Έτσι βάφτισαν την περιοχή αυτή Νεάντερταλ, δηλαδή κοιλάδα του Νέου Άνδρα.
Στην κοιλάδα του Νεάντερταλ, 11 χιλιόμετρα ανατολικά του Ντίσελντορφ, υπήρχαν πολλές σπηλιές. Οι περισσότερες είχαν μετατραπεί σε λατομεία. Δύο από αυτές είχαν μείνει ανέπαφες γιατί είχαν πολύ μικρή είσοδο. Τον Αύγουστο του 1856, μερικοί εργάτες πλάτυναν την είσοδο της μιας από τις σπηλιές (σπηλιά Feldhofer), μπήκαν μέσα και ανακάλυψαν σκορπισμένα οστά. Με τα φτυάρια τους μάζεψαν τα οστά αυτά και τα πέταξαν έξω. Τυχαία τα είδε ο ιδιοκτήτης των σπηλαίων και αμέσως ειδοποίησε τον Γιόχαν Κάρλ Φούλροττ, καθηγητή της Φυσικής Ιστορίας στο Elberfeld, ο οποίος εξέφρασε την άποψη ότι επρόκειτο για απολιθωμένο σκελετό προϊστορικού ανθρώπου.
Τα ευρήματα αυτά είναι εκτεθειμένα στο μουσείο της Βόννης. Στο ανθρωπολογικό μουσείο Αθηνών υπάρχουν εκμαγεία τους. Με αυτά τα δεδομένα, ο Φούλροττ διετύπωσε τη θεωρία του για τον άνθρωπο του Νεάντερταλ ο οποίος έζησε πριν από 200.000 χρόνια στην κοιλάδα με το ελληνικό όνομα. Εκεί, στα 1856, ανακαλύφθηκε ο διάσημος και μακρινός μας πρόγονος.
Άλλοι επιστήμονες της εποχής δεν συμφώνησαν με τις απόψεις του Φούλροττ και έδωσαν διάφορες εξηγήσεις για την ιδιοτυπία των μορφολογικών χαρακτηριστικών των οστών. Και ήταν φυσικό, δεδομένου ότι η ανακοίνωση του Φούλροττ έγινε τρία χρόνια πριν από τη δημοσίευση του έργου του Δαρβίνου για την εξέλιξη των ειδών, στα 1859, σε εποχή δηλαδή που δεν γινόταν πιστευτό ότι ο άνθρωπος μπορούσε να έχει προγόνους υπάνθρωπους, πολύ δε περισσότερο πιθήκους.
Χρειάστηκε να περάσουν 30 χρόνια για να επαληθευθεί ο μεγαλοφυής Φούλροττ, ο απλός καθηγητής της περιοχής. Εξάλλου, αργότερα, παρόμοιοι σκελετοί βρέθηκαν σε διάφορες περιοχές της Ευρώπης, της Ασίας και της Αφρικής, και αποδείχτηκε πως οι σκελετοί αυτοί ανήκαν σε μία ιδιαίτερη ομάδα ανθρώπων που διέφερε από την ομάδα του Χόμο Σάπιενς στην οποία ανήκουν οι σύγχρονοι άνθρωποι. Η επιστημονική ονομασία που δόθηκε σε αυτό το ανθρώπινο είδος είναι Homo neanderthalensis, δηλαδή "νεαντερτάλειος άνθρωπος". Επειδή τα οστά του σκελετού που βρέθηκαν ήταν χοντρά προτάθηκε η ονομασία Homo primigenus (πρωτογενής άνθρωπος). Σήμερα η ονομασία Νεάντερταλ είναι γενικευμένη και αναφέρεται σε όλους τους πρωτόγονους ανθρώπους που εμφανίστηκαν στη Γη πριν από εκατό με διακόσιες χιλιάδες χρόνια.
Πιθανολογείται ότι οι Νεαντερτάλειοι αναμίχτηκαν με τους Χόμο Σάπιενς Σάπιενς. Επιτέλους, ο ωραιότερος νεαντερτάλειος θα μπορούσε να είχε συνευρεθεί με την ασχημότερη Χόμο Σάπιενς Σάπιενς. Και θα ήταν ωραίο να πιστεύουμε ότι η φυλή που έσκαψε 60.000 π.Χ. τον τάφο που βρέθηκε στα όρη του Ζάγρου, επιζεί μέσα μας σήμερα. Γιατί ο άνθρωπος του Νεάντερταλ δεν ήταν τελικά ούτε λάθος της εξελίξεως ούτε αδιέξοδος κλάδος. Ήταν επαρκής και γρήγορη προσαρμογή στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Ήταν σίγουρα επιτυχία αν εξετάσουμε την εξέλιξη στο σύνολό της. Και ίσως μάλιστα οι άνθρωποι του Νεάντερταλ να μην έχουν εξαφανιστεί εντελώς, παρ' όλο που δεν έχουν αφήσει εμφανείς απογόνους. Το πιο πιθανό για τους Neanderthal είναι ότι απορροφήθηκαν από τους Homo Sapiens Sapiens και εξακολουθούν να ενυπάρχουν στο είδος.
Όλοι έχουμε μέσα μας κάποιο νεαντερτάλειο πρόγονο, και όταν έλθει η νέα εποχή των πάγων, γιατί σίγουρα θα έλθει, τότε ίσως να καταφέρουμε να σωθούμε ως είδος, επειδή φέρουμε στα κύτταρά μας γενετικό υλικό αυτών των χαμένων προγόνων με το ελληνικό όνομα...
- Στο σημείο αυτό αξίζει να θυμηθούμε ένα πολύ ιδιαίτερο «ποιητικό» παραμύθι, ύμνο στην αγωνιώδη προσπάθεια του πρωτόγονου ανθρώπου να ορθοποδήσει, να επιβιώσει, να εξελιχθεί, να επικοινωνήσει, και τέλος να επιτύχει τον ανώτερο σκοπό του προορισμού του επί της Γης, να αγαπήσει. Είναι ο «Τηλάνθρωπος» του Γεωργίου Αθάνα (καλλιτεχνικό ψευδώνυμο του Γ. Αθανασιάδη-Νόβα), νομικού, πολιτικού και λογοτέχνη, μέλους της Ακαδημίας Αθηνών (1955), το οποίο μοιάζει να είναι αφιερωμένο εξαιρετικά στον Άνθρωπο του Νεάντερταλ:
Θα είπω το παραμύθι μου καθώς
η λήθη το σωπαίνει των αιώνων:
Να βγω απ' τη ζούγκλα μπόρεσα κι ορθός
στα δυό μου πόδια να βαδίσω μόνον.
Να προσπεράσω κάμπους, να διαβώ
ποτάμια και να φτάσω στ' ακρογιάλι...
Στοιχειά, θεριά... Παλεύω, αντέχω, ζω!
Η νίκη της αντρείας μου μεγάλη.
. . . . . . . . . . .
Τα πρώτα μου όλα βήματα στη Γη,
στη λόχμη, στο κυνήγι, στο κοπάδι,
ούτε ήξερα κι εγώ ποιος τα οδηγεί!
Πασπάτευαν ο νους μου στο σκοτάδι...
Φοβόμουν της ζωής το μυστικό
χωρίς το μήνυμά του να το νιώθω,
ώσπου η καρδιά μου με αγώνα εσωτικό
σε αγάπη αποκορύφωσε τον πόθο.
Ανάβλεψα δειλά στους ουρανούς,
είδα πως είχαν πόνεση κ' ευθύνη...
Ω, πόσοι αιώνες πέρασαν κι ο νους
στο νόημα της αγάπης να εμβαθύνει!
. . . . . . . . . . .
Βαθύ στις γνώσες, στην καρδιά ρηχό,
αγγόνι τωρινό μου, αν καύχημά σου
οι τέχνες -τη φωτιά και τον τροχό
δεν τα' χει ξεπεράσει άλλο εύρημά σου!
. . . . . . . . . . .
Η λάμψη όταν ουράνεψε του νου,
τα εξώτερα κι αν φώτισε του κόσμου,
δεν έφθασε ως τα βάθη κ' εκεινού
του χάους όπου αναδεύονταν εντός μου.
Ψηλά την αψηλάφητη ψυχή
την κυνηγούσε ο νούς -μα, ώ, δεν τη φτάνει!
Εμένα εκείνο μ' έκανε ευτυχή.
Γιατί κ' εσάς, γιατί, να μη σας κάνει;
. . . . . . . . . . .
Την ύπαρξή σου επίμοχθα πλανάς
απ' το' να στ' άλλο πετρωμένο ψέμα,
τη ρέουσα όμως αλήθεια λησμονάς,
του βίου σου την κατάφαση: το Αίμα!
. . . . . . . . . . .
Εκείνο σαν αθέατος ποταμός
απ' την αρχή της ζήσης τρέχει, τρέχει,
στις φλέβες αναβρεί του καθενός
και της ψυχής το μυστικό κατέχει.
Όμως δεν το προδίνει πουθενά!
Στην πιο του στεγανή το κλεί σταγόνα
και σπέρμα με το σπέρμα το περνά
απ' τη μικρή στιγμή στον μέγα Αιώνα...
. . . . . . . . . . .
Χιλιοτρισέγγονέ μου που της Γης
τ' απανωτά πετρώματα θα τρίψεις
στο σκελετό μου απάνω, της ζωής
την αρχική πορεία ν' αποκαλύψεις,
πιο χρήσιμο σου θα ήταν, αν βολείς,
στης ύπαρξής σου να' ψαχνες τα βάθη,
της ψυχικής μου εκεί καταβολής
να βρεις τ' απωθημένο κατακάθι.
. . . . . . . . . . .
Παλιό μου μυστικό σου μαρτυρώ:
Μην όλα τα εμπιστεύεσαι στη σκέψη!
Πολλές φορές, σε δύσκολο καιρό,
καλύτερα η καρδιά θα σε ορμηνέψει!
Αν τώρα πνιγερή περνάς βραδιά
και της αυγής δροσιά έχεις νοσταλγήσει,
κρυφά απ' το νου σου ρώτα την καρδιά:
Σ' εμένα, αν είναι αγνή θα σε οδηγήσει.
Και τρέξε στη σπηλιά μου να με βρεις,
αδιάφορο αν λευκόν ή κι αν αράπη,
τη νιόβγαλτη ανθρωπιά μου να χαρείς
και πρωτόλουβή μου άγουρη αγάπη.
Μαζί χαράς θα βγάλουμε κραυγή,
να ηχήσει από φαράγγι σε φαράγγι
και ν' απλωθεί σ' ολόκληρη τη Γη
έτσι, όχι από σκοπό, μόνο από ανάγκη!
ΠΗΓΕΣ ΠΟΥ ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ:
{jssocials}