Ο Οδυσσέας Ελύτης (πραγματικό όνομα: Οδυσσέας Αλεπουδέλης) (1911 - 1996), από το Ηράκλειο Κρήτης, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του '30. Βραβεύτηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1981 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, ο δεύτερος και τελευταίος μέχρι σήμερα Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Σπούδασε νομικά και παρακολούθησε φιλολογία. Τον Νοέμβριο του 1920, μετά την πτώση του Ελευθερίου Βενιζέλου, η οικογένειά του αντιμετώπισε διώξεις, εξαιτίας της προσήλωσής της στις βενιζελικές ιδέες. Ο ίδιος ο Βενιζέλος είχε στενές σχέσεις με την οικογένεια και είχε φιλοξενηθεί συχνά στην οικία της στο κτήμα του Ακλειδιού. Αποκορύφωμα των διώξεων που γνώρισε η οικογένειά του ήταν η σύλληψη του πατέρα του. Το 1923 ταξίδεψε οικογενειακώς στην Ευρώπη, επισκεπτόμενος την Ιταλία, την Ελβετία, τη Γερμανία και τη Γιουγκοσλαβία. Στη Λωζάνη ο ποιητής είχε την ευκαιρία να γνωρίσει από κοντά τον εξόριστο, μετά την πτώση του, Ελευθέριο Βενιζέλο. Το φθινόπωρο του 1924 εγγράφηκε στο Γ΄ Γυμνάσιο Αρρένων Αθηνών και συνεργάστηκε στο περιοδικό «Η Διάπλασις των Παίδων», χρησιμοποιώντας διάφορα ψευδώνυμα.
Όπως ο ίδιος ομολογεί, πρωτογνώρισε τη νεοελληνική λογοτεχνία, αυτός ο θρεμμένος με παγκόσμια έργα του πνεύματος, που ξόδευε όλα του τα χρήματα αγοράζοντας βιβλία και περιοδικά. Εκτός από την ενασχόλησή του με τη λογοτεχνία, ασχολήθηκε ενεργά με ορειβατικές εκδρομές στα βουνά της Αττικής και, αντιδρώντας στη διάθεσή του για διάβασμα, στράφηκε στον αθλητισμό. Το 1925 πέθανε ο πατέρας του. Την άνοιξη του 1927 μία υπερκόπωση και μία αδενοπάθεια τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει τις φίλαθλες τάσεις του καθηλώνοντάς τον στο κρεβάτι για περίπου τρεις μήνες. Ακολούθησαν ελαφρά συμπτώματα νευρασθένειας και περίπου την ίδια περίοδο στράφηκε οριστικά προς τη λογοτεχνία. Πρωτοεμφανίστηκε, ως ποιητής, στα «Νέα Γράμματα», το 1935. Μετέφρασε ξένους λυρικούς, συνεργάστηκε με την «Καθημερινή» ως κριτικός, έζησε στο Παρίσι για 4-5 χρόνια (1948-52), ταξίδεψε στις ΗΠΑ και την ΕΣΣΔ, διετέλεσε διευθυντής του Ραδιοφωνικού Ιδρύματος (1945-46, 1953-54), πρόεδρος του Ελληνικού Χοροδράματος κτλ.
Την απονομή του Νόμπελ ακολούθησαν τιμητικές διακρίσεις εντός και εκτός Ελλάδας, μεταξύ αυτών και η απονομή φόρου τιμής σε ειδική συνεδρίαση της Βουλής των Ελλήνων, η αναγόρευσή του σε επίτιμο διδάκτορα του Πανεπιστημίου της Σορβόνης, η ίδρυση έδρας νεοελληνικών σπουδών με τίτλο «Έδρα Ελύτη» στο Πανεπιστήμιο Ρούτγκερς του Νιου Τζέρσεϊ, καθώς και η απονομή του αργυρού μεταλλίου Benson από τη Βασιλική Φιλολογική Εταιρεία του Λονδίνου. Η τελετή απονομής του βραβείου στη Στοκχόλμη μεταδόθηκε σε μαγνητοσκόπηση από την ΕΡΤ. Ο Ελύτης, ποιητής κορυφαίος, πλημμυρισμένος από το φως του Αιγαίου, αναδείχθηκε σε εξαίρετο λυρικό που ανήγαγε τη νεοελληνική ποίηση στο αποκορύφωμά της. Κυριότερα έργα του: «Προσανατολισμοί», «Ήλιος ο πρώτος», «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για το χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», «Άξιον εστί» (Α' βραβείο ποίησης, μελοποιημένο από το Μίκη Θοδωράκη), «Έξη και μία τύψεις για τον Ουρανό», «Το Φωτόδεντρο», «Το Ρω του Έρωτα», μια τεχνοκρατική μελέτη για τον λαϊκό ζωγράφο Θεόφιλο κ.ά. Πέθανε στις 18 Μαρτίου του 1996 από ανακοπή καρδιάς στην Αθήνα.