Ο Χρυσόστομος, ένας από τους τρεις Ιεράρχες της Εκκλησίας μας, θεωρείται από τους πιο μεγάλους πατέρες της Ορθοδοξίας. Η ζωή και ο θάνατός του ήταν ένα παράδειγμα ανθρώπου ακλόνητου στις ηθικές του αρχές και στην υπεράσπιση του δικαίου. Γεννήθηκε στα 367 στην Αντιόχεια. Ο πατέρας του , ανώτερος αξιωματικός του στρατού, πέθανε νωρίς, και τη μόρφωσή του ανέλαβε η μητέρα του. Επειδή τον προόριζε για το νομικό στάδιο, τον έστειλε στη φιλοσοφική σχολή του περίφημου τότε σοφιστή Λιβάνιου. Έγινε λοιπόν ένας σπουδαίος ρήτορας, και γιαι ένα διάστημα έκανε το δικηγόρο στην Αντιόχεια. Η ψυχή του όμως διψούσε πάντα για μάθηση κι όχι για χρήμα. Έτσι έγινε πάλι μάθητης σε μια θεολογική σχολή κι ύστερα βαφτίστηκε. «Το ταλέντο μορφώνεται στη μοναξιά, λέει ο Γκαίτε, ενώ ο χαρακτήρας μέσα στον κόσμο». Έτσι κι ο Χρυσόστομος, αφού διαμόρφωσε τον χαρακτήρα του στη συναναστροφή του με τον κόσμο, ακολούθησε το παράδειγμα των άλλων μεγάλων ανθρώπων και αποσύρθηκε στην ασκητική ζωή για να βρη την αλήθεια. Απ' αυτή τη ζωή όμως, τη γεμάτη στερήσεις, η υγεία του κλονίστηκε κι αναγκάστηκε να γυρίση στην Αντιόχεια, όπου τον έκαναν διάκονο και μετά πρεσβύτερο.
Η φήμη της ευγλωττίας του ξεπερνά την Αντιόχεια. Πολλοί παραβάλλουν τον Χρυσόστομο με τους μεγάλους ρήτορες της αρχαιότητας, με τον Δημοσθένη και τον Κικέρωνα. Μετά το θάνατο του επισκόπου Κωνσταντινουπόλεως Νεκταρίου, τον καλούν στην πρωτεύουσα και τον κάνουν επίσκοπο στα 398. Αμέσως αρχίζει τον αγώνα του για την εξυγίανση της εκκλησίας και παίρνει αυστηρά μέτρα κατά των ιερέων που πλουτίζουν. Κατόπιν στέλνει ιεραποστόλους για να διαδώσουν τον Χριστιανισμό στην Περσία, στη Σκυθία και στη Φοινίκη. Αλλά μλεσα στην Πόλη εθίγονταν πολλά προσωπικά συμφέροντα από τα αυστηρά του μέτρα. Έτσι άρχισε η αντίδραση από πολλούς επισκόπους και αυλικούς. Με θάρρος και παρρησία ο Χρυσόστομος καυτηιάζει κάθε κακή πράξη, χωρίς να φοβάται κανέναν, ούτε την αυτόκρατειρα Ευδοξία. Όλοι αυτοί οι εχθροί του κατόρθωσαν να τον καθαιρέσουν και να τον εξορίσουν. όμως τρεις μήνες μετά την αναχώρησή του όλη η περιοχή τραντάχτηκε από ένα σεισμό, και ο λαός απειλούσε εξέγερση. Η Ευδοξία τότε αναγκάστηκε να τον ανακαλέση κι ο Χρυσόστομος ξαναπαίρνει τη θέση του θριαμβευτικά. Συνεχίζει όμως απτόητος την πολεμική του. Και ύστερα από δύο μήνες, παρ' όλη την αντίδραση του λαού, η Ευδοξία κπέτυχε να τον διώξη τελειωτικά από την Κωνσταντινούπολη, στα 404. Τρεις μήνες περπατούσε για να φτάση σ' ένα μακρινό χωριό της Αρμενίας. Εκεί τον υποδέχτηκαν με πολύ σεβασμό και κινούσε το γενικό ενδιαφέρον και επειδή ο λαός στην Κωνσταντινούπολη εστασίασε και έκαψε το ναό της Αγίας Σοφίας και το μέγαρο της Συγκλήτου, τον έστειλαν ακόμα πιο μακριά, σε κάποιαν ακτή του Εηξελινου Πόντου. Τη φορά τούτη δεν άντεξε. Ύστερα από άλλους τρεις μήνες κοπιαστική πορεία, πέθανε στο δρόμο, την ημέρα του Τιμίου Σταυρού στα 407. Πολύ αργότερα, στα 438, το λείψανό του μετακινήθηκε στην Κωνσταντινούπολη, όπου έγινε δεκτό με μεγάλες τιμές.
Ο Χυσόστομος έγραψε πολλά έργα και διακρίθηκε ως εκκλησιαστικός ρήτορας και έξοχος ερμηνευτής των Αγίων Γραφών. Για την ρητορική του δεινότητα επονομάστηκε «Χρυσόστομος». Όταν ζούσε ακόμα, οι λόγοι του είχαν διαδοθεί σ' όλα τα κοινωνικά στρώματα και διαβάζονταν με ευχαρίστηση από όλους, κληρικούς και λαϊκούς. Το κυριώτερο έργο του αποτελείται από Λόγους, Πραγματείες - δοκίμια και Επιστολές που ασχολούνται με θέματα ποιμαντικά, ερμηνευτικά λ.ά. Τα έργα του εκδόθηκαν για πρώτη φορά σε 12 τόμους, Παρίσι 1609 - 1633. Ακολούθησε η έκδοση του Μίνν στην «Ελληνική Πατρολογία» του, τόμοι 47 - 64. Επίσης στη σειρά «Ιωάννου Χρυσοστόμου Έργα», τόμοι 73, Αθήνα 1972 (η έκδοση συνεχίζεται). Από τους Λόγους του οι πιο αξιόλογοι είναι οι «περί ιερωσύνης«, ο «περί προσευχής», και άλλοι.