NEWSLETTER
Αρ. ΓΕΜΗ: 162500116000
Τήν άνοιξη σκαρφάλωναν στόν τοίχο άσπρα σγουρά τριαντάφυλλα κι' ο αγέρας γέμιζε από να ψιλό-ψιλό κομφετί. Κάθε πρωί μιά αχτίδα γλύστραγε στό κρεβατάκι τής Μαριέττας κι' έσπαζε σέ χίλια μικρά κομματάκια πράσινα, κόκκινα, μενεξεδιά. «Έλα, έλα» φώναζε ή «Καλημέρα» ή κάτι τέτοιο. Πώς νά μετρήσεις, πές μου, τόν ήλιο, τήν πέτρα, τό ξύπνημα; Φορούσε τά πρώτα πέδιλα. Κεραμιδιά, μέ κάτι τρύπες σέ σχήμα μαργαρίτας. Τά πόδια της γεύονταν λαίμαργα τή γύμνια τούς καί ανεβοκατέβαιναν όλην τήν ώρα τίς σκάλες, έτσι, γιά τό τίποτα, γιά νά χαρούν τή λευετριά τούς, Τό σώμα της άφριζε, φς, φς, φς. Στό κάτω-κάτω, ποιός είπε ότι δέν είμαστε ένα δάσος από φτέρες, ένα θυμωμένο ποτό πού ζητάει νά ξεχειλίσει απ' το μπουκάλι τού;
(Από το βιβλίο)
Έκδοση: Ροδάκη-Παύλου.